Categorie:Greeksj waordj
Naar navigatie springen
Naar zoeken springen
Klik óp 't «+» óm al óngerzeukgruup tö aansjoewe. |
Subcategorieë
Dees categorie haet de volgende 5 óngercategorië, van 'n totaal van 5.
G
- Greeksj wèrkwaordj (133 P)
Artikele in categorie "Greeksj waordj"
Dees categorie bevat de volgende 200 pagina's, van in totaal 1.425.
(veurige pazjena) (volgende pazjena)Α
- αγκώνας
- αγνός
- αγνώμων
- αγνωμοσύνη
- αγνωσιαρχία
- αγνωστικισμός
- αγορά
- αγοράξω
- αγοραίος
- αγοραστής
- αγράμματος
- αγρός
- αγρότης
- αγροίκος
- αγωγή
- αγωνία
- αγωνιώδης
- αγωνιστής
- αδένας
- αδέξια
- αδέξιος
- αδηφάγος
- αδιάβροχο
- αδιάθετος
- αδιάκοπος
- αδιάκριτος
- αδιάλλακτος
- αδιάφορος
- αδιέξοδος
- αδιαπέραστος
- αδιαφορία
- αδικία
- αδούλευτος
- αδράνεια
- αδράχτι
- αδρεναλίνη
- αδυνάτισμα
- αδυναμία
- αδυσώπητος
- αεράμυνα
- αερόστατο
- αεραγωγός
- αερισμός
- αεριστήρας
- αεροπλάνο
- αεροπλανοφόρο
- αεροπορικώς
- αεροσκάφος
- Αζόρες
- αηδόνι
- αθέατος
- αθέμιτος
- αθόρυβος
- αθημία
- αθλητής
- αθλητικός
- αθλητισμός
- αθυμία
- αιώνας
- αιώνιος
- αιγυπτιακός
- αιθέριος
- αιθανόλη
- αιμομιξία
- αιμορραγία
- αισθάνομαι
- αισθητός
- Αισχίνης
- αιτώ
- αιτούμαι
- αιφνιδιασμός
- αιχμάλωτος
- αιχμαλωτίζω
- ακάθαρτος
- ακέραιος αριθμός
- ακόλουθος
- ακόμα
- ακόμη
- ακόμη και
- Ακαδία
- ακαδημία
- ακαδημαϊκός
- ακακία
- ακαριαία
- ακαριαίος
- ακαριαίως
- ακατάδεκτος
- ακατάληπτος
- ακατάπαυστος
- ακατάστατος
- ακατόρθωτος
- ακατανόητος
- ακεφία
- ακμάζω
- ακμή
- ακμαίος
- ακοή
- ακολούθως
- ακολουθία
- ακολουθώ
- ακορντεόν
- ακουάριο
- ακουστική
- ακουστικός
- ακρωτήρι
- ακρωτηριάζω
- ακτή
- αλάβαστρο
- αλάβαστρος
- αλήθεια
- αλγόριθμος
- αλεύρι
- αλεξιπτωτιστής
- αληθές
- αλιεύς
- αλιεύω
- Αλκιβιάδης
- αλκοτέστ
- αλλά
- αλλεργία
- αλληγορία
- αλλιγάτορας
- αλλοδαπός
- αλπικός
- αλσατικά
- αλυσίδα
- αλφάβητος
- αμάξι
- αμέσως
- αμαξοστοιχία
- αμαρτάνω
- αμαρτία
- αμνηστία
- αμφίβιος
- αμφότεροι
- αμφιβολία
- αμφιθέατρο
- ανάλυση
- ανάμεσα
- ανάσα
- ανέκδοτο
- αναζήτηση
- αναζητώ
- αναιμία
- αναιμικός
- ανακρίβεια
- ανακωχή
- αναλογία
- ανανάς
- αναπνοή
- αναπτήρας
- αναρχία
- αναρχικός
- ανατολή
- ανεγκέφαλος
- ανοίγω
- ανοιχτός
- αντίθετος
- αντίχειρας
- Ανταρκτική
- ανταρκτικός
- αντιβιοτικό
- αντισφαίριση
- αντσούγια
- απάθεια
- απόγευμα
- απόστημα
- απόστροφος
- αποβάθρα
- αποκόπτω
- αποσκευές
- αποτσίγαρο
- αρένα
- αραβικός
- Αριστοτέλης
- Αριστοφάνης
- Αρκαδία
- αρκτικός
- Αρκτικός Ωκεανός
- αρτηρία
- αρχιεπίσκοπος
- αρχιτέκτονας
- ασβέστιο
- ασθενοφόρο
- ασθματικός
- ασπιρίνη
- αστρολόγος
- αστρολογία
- αστρονόμος
- αστροναύτης
- αστρονομία
- αστυνόμος
- αστυνομία
- αστυφύλακας
- ατόπημα
- ατύχημα
- ατμόσφαιρα
- ατμοσφαιρικός
- ατομική βόμβα
- ατσάλι